Το επίπεδο της ελληνικής διαιτησίας δεν θα αναβαθμισθεί με την επαγγελματική «βάφτιση» της. Οι διαιτητές έχουν την κατάλληλη επιμόρφωση, αλλά από την θεωρία στην πράξη, παρουσιάζουν μεγάλα κενά, ακόμα και μη εφαρμογής των κανονισμών.
Λάθη επί λαθών, μη εφαρμογή κανονισμών, αντίθετη ερμηνεία κανονισμών, άρνηση βοήθειας από την τεχνολογία του instant replay (έστω και μερική συγκριτικά με το αντίστοιχο VAR στο ποδόσφαιρο) και μεγάλες, αναπάντητες απορίες των φιλάθλων για όσα «σφυρίγματα» ή μη «σφυρίγματα» διαιτησίας, έχουν δει τηλεοπτικά (λόγω της πανδημίας) στο φετινό πρωτάθλημα της Basket League. Η χρήση…κολλυρίου σε μερικές περιπτώσεις είναι λίαν απαραίτητη για όσα «στραβά και ανάποδα» έχουν καταλογισθεί.
Παράπονα για λάθη, αδικίες, κακές διαιτησίες υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν στο διηνεκές. Είναι, όμως, δεδομένο και διαπιστωμένο, ποικιλοτρόπως και πολυπλεύρως από τις ίδιες τις ομάδες και τους παίκτες, ότι το επίπεδο της ελληνικής διαιτησίας μπάσκετ έχει χαμηλώσει σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
Κάθε αποστασιοποιημένη κρίση για εσκεμμένα λάθη διαιτητών, ακόμα και σε περιπτώσεις που έκριναν ή διαμόρφωσαν αποτελέσματα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το σώμα των Ελλήνων διαιτητών «νοσεί». Παράλληλα, η δεξαμενή άντλησης ποιοτικών διαιτητών δεν έχει δείξει να έχει την ανάλογη παραγωγή, ώστε να υπάρξει εμπιστοσύνη και πίστωση χρόνου για την συγκομιδή εμπειριών από νεότερους.
Διατητές, δηλαδή που θα είναι ικανότεροι στην διαχείριση των αγώνων, θα διευθύνουν ψυχολογικά ανεπηρέαστοι τα παιχνίδια, θα τηρούν τον πειθαρχικό έλεγχο σε παίκτες και προπονητές, με τον συνδυασμό της επιβολής του κύρους και του σεβασμού στο πρόσωπο τους, αλλά και με την προειδοποίηση και τον καταλογισμό της τεχνικής ποινής.
Είναι ανασφαλές, πιθανό συμπέρασμα ότι το επίπεδο της διαιτησίας είναι «ασορτί» με το αγωνιστικό επίπεδο του πρωταθλήματος που μπορεί να είναι ανταγωνιστικό, αλλά η ποιοτική τάση του είναι, αναμφίβολα, καθοδική, στην τελευταία δεκαετία.
Ο Κιθ Λάνγκφορντ, με διπλή θητεία στο ελληνικό πρωτάθλημα (Παναθηναϊκός και ΑΕΚ), είχε ξεσπαθώσει, τον προηγούμενο Φεβρουάριο, με αφορμή την διαιτησία στον προημιτελικό κυπέλλου, Λαυρίου-ΑΕΚ: «Παίζω στην λίγκα με τους χειρότερους διαιτητές στα 16 χρόνια καριέρας μου».
Όσο και αν χαρακτηρίζονται ως «χαρτοπόλεμος» για την δημιουργία άλλοθι σε ήττες των ομάδων, οι ανακοινώσεις διαμαρτυρίας, τα επικριτικά και καυστικά post στα social media, τα έμμεσα παράπονα δυσαρέσκειας των προπονητών για να αποφύγουν την κλήση σε απολογία, ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο στην φετινή περίοδο. Όλοι εναντίον της διαιτησίας, χωρίς να πρόκειται για επαναλαμβανόμενη σύμπτωση και συγκυρία.
Κάθε άλλο, παρά είναι τυχαίο, αλλά αποτελεί «σημάδι των χαλεπών καιρών» του ελληνικού μπάσκετ, ότι οι Έλληνες, διεθνείς διαιτητές δεν επιλέγονται σε τελικές φάσεις ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, παγκοσμίων κυπέλλων και Ολυμπιακών τουρνουά, τα πέντε τελευταία χρόνια. Η τελευταία φορά που υπήρχε παρουσία ελληνικής «σφυρίχτρας» σε κορυφαία διοργάνωση, ήταν αυτή του Χρήστου Χριστοδούλου στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2016, στο Ρίο.
Μόνο στο διάστημα του τελευταίου μήνα, οι «γκρι» «απογείωσαν» το…ρεσιτάλ κακών διαιτησιών που υπήρχαν, τουλάχιστον, κατά μονάς σε κάθε αγωνιστική σε όλη την διάρκεια του πρωταθλήματος.
Στον τρίτο, προημιτελικό αγώνα ΑΕΚ-ΠΑΟΚ, με την μη κατακύρωση καλαθιού των φιλοξενούμενων και ενώ η μπάλα χτυπά στο ταμπλό και εν συνεχεία αρνούνται να δουν την φάση στο instant replay και να διορθώσουν το πασιφανέστατο λάθος τους.
Στον πρώτο τελικό γυναικών, Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός, χωρίς την κατάλληλη τεχνολογική υποστήριξη από την γραμματεία και την διαδικτυακή τηλεοπτική κάλυψη για τον τρόπο που αποφάσισαν αν το τελευταίο καλάθι της φιλοξενούμενης ομάδας ήταν εκπρόθεσμο ή εμπρόθεσμο.
Λίαν προσφάτως, στο πέμπτο ημιτελικό παιχνίδι, Λαυρίου-Προμηθέα, με την «γκάφα» της μη συμψηφισμού των αντιαθλητικών φάουλ και της αποβολής του παίκτη του Προμηθέα που εκτέλεσε και δυο βολές. Μη εφαρμογή κανονισμών, με την γραμματεία και τον κομισάριο να είναι συνυπεύθυνοι.
Που έγκειται το μεγαλύτερο πρόβλημα των επισφαλών διαιτησιών και ενώ η επιμόρφωση τους είναι επαρκέστατη, ενώ υπάρχει εμπειρία, καθώς είναι και διεθνείς;
Ο συγκερασμός εκτιμήσεων από παλιότερους συναδέλφους τους που για ευνόητους λόγους δεν θέλουν να μιλήσουν δημόσια για να μην προκαλέσουν ακόμα μεγαλύτερη αναστάτωση στην εσωστρέφεια που επικρατεί στον χώρο της διαιτησίας, είναι η έλλειψη διαιτητών-προσωπικοτήτων στο ελληνικό μπάσκετ. Η επικράτηση της «χρυσής» μετριότητας, μεταξύ ίσων σε χαμηλού επιπέδου διαιτησίες.
Ζήτημα επιμόρφωσης δεν τίθεται, επ’ ουδενί, γιατί σε κάθε τεστ, η συντριπτική πλειοψηφία των 105 αξιολογημένων διαιτητών που έχει στην διάθεση της η ΚΕΔ για όλα τα πρωταθλήματα ανδρών-γυναικών, θα απαντήσει σωστά στις ερωτήσεις των κανονισμών. Στην πράξη, όμως και στην πίεση του εκάστοτε αγώνα, σημειώνονται επισφαλείς αποφάσεις.
Ο διαιτητής δεν μπορεί να έχει τον χαρακτηρισμού του ταλαντούχου, όπως συμβαίνει με τους παίκτες. Ο διαιτητής πρέπει να είναι άριστος γνώστης των κανονισμών και να τους εφαρμόζει κατά γράμμα και όχι κατά πνεύμα ή κατά επιλογήν, ώστε να μπορεί να διαχειριστεί σωστά το εκάστοτε παιχνίδι και παίζει… υπεράνω της δεδομένης πίεσης που δέχεται και από τις δυο ομάδες και τους πάγκους τους. Ο επηρεασμός του για μια φάση που δεν ήταν βέβαιος ότι έκανε τον σωστό καταλογισμό, προκαλεί την…διόρθωση του προηγούμενου λάθους με το επόμενο, ώστε να υπάρξει αμφότερη ικανοποίηση…
Kαι θα πρέπει να σκεφτούν πολύ καλά, να κάνουν δεύτερες και τρίτες σκέψεις, όσοι «ευαγγελίζονται» την επαγγελματική διαιτησία και την υπαγωγή της στην «λίγκα», ως επίλυση των πολλών, οφθαλμοφανών λαθών και παραβάσεων κανονισμών που έχουν συμβεί στην φετινή περίοδο και ειδικά στον τερματισμό της.
Στα παιχνίδια που κρίνουν προκρίσεις στα play offs, θέσεις κατάταξης, εξόδου ή μη σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Γιατί, ακόμα και ο αποκλεισμός του διαιτητή που δεν είναι σε φόρμα ή του κακού κατ’ εξακολούθηση διαιτητή και η «καραντίνα» που μπαίνει για τους επόμενους αγώνες, δεν έχει δείξει μέχρι τώρα, τουλάχιστον, να φέρνει στο προσκήνιο άλλους, ικανότερους διαιτητές.
Λέτε να καταφύγει, χωρίς να είναι πανάκεια και το μπάσκετ στα χνάρια του επαγγελματικού ποδοσφαίρου με τον ορισμό ξένων διαιτητών, τουλάχιστον, στα αξιολογημένα ντέρμπι;
Πηγή: novasports