A priori συγκατάθεση: Η συνταγματική εκτροπή της ΟΔΚΕ... (τα 4 ζητήματα κατά της αδιαφάνειας και της αυθαιρεσίας)

Η υποχρεωτική αποδοχή εκ μέρους των referees, μέσω δήλωσης συγκατάθεσης, θεσμικών κειμένων όπως το καταστατικό και ο εσωτερικός κανονισμός της ΟΔΚΕ καθώς και ο κανονισμός διαιτησίας της ΕΟΚ, χωρίς αυτά να είναι διαθέσιμα ή γνωστά στους άμεσα ενδιαφερόμενους, εγείρει σοβαρά νομικά και ηθικά ερωτήματα.


Η συγκατάθεση αυτή, που τίθεται ως προϋπόθεση συμμετοχής ή διατήρησης της ιδιότητας του διαιτητή εντός του χώρου, δεν πληροί τις προϋποθέσεις ελεύθερης και ενημερωμένης βούλησης, όπως επιβάλλεται από το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και τη θεμελιώδη αρχή του κράτους δικαίου.


Το βασικό ερώτημα που τίθεται είναι: σε ποια ακριβώς θεσμικά κείμενα καλούνται να συναινέσουν οι διαιτητές; Στο ήδη ισχύον καταστατικό και εσωτερικό κανονισμό της Ο.Δ.Κ.Ε., οι οποίοι δεν είναι δημοσιευμένοι στην επίσημη ιστοσελίδα του οργάνου και αγνοούνται από τη μεγάλη πλειοψηφία των μελών; Ή μήπως και σε μελλοντικές, ενδεχομένως αδιευκρίνιστες, τροποποιήσεις τους; Αντίστοιχα, η έλλειψη πρόσβασης στον κανονισμό διαιτησίας της Ε.Ο.Κ. εντείνει το πρόβλημα, καθώς δεν υπάρχει επίσημη ανάρτησή του ούτε στον διαδικτυακό τόπο της Ομοσπονδίας.


Η πρακτική αυτή θίγει ευθέως:


  1. Το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει το δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας, πρόσβασης στη δικαιοσύνη και ακρόασης. Η αποδοχή αγνώστου περιεχομένου ή μη προσβάσιμων κανονισμών παραβιάζει ευθέως αυτή τη συνταγματική εγγύηση.
  2. Το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, που εξασφαλίζει το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, προβλέποντας πλήρη ενημέρωση, ισότητα των μέσων και προστασία απέναντι σε καταχρηστικές ή αυθαίρετες πρακτικές. 
  3. Την αρχή της αναλογικότητας, σύμφωνα με την οποία κάθε περιορισμός δικαιώματος πρέπει να είναι πρόσφορος, αναγκαίος και ανάλογος του σκοπού που εξυπηρετεί. Η προϋπόθεση συγκατάθεσης σε άγνωστα θεσμικά κείμενα συνιστά υπέρβαση.
  4. Την ελευθερία της βούλησης, η οποία αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο του αστικού και συνταγματικού δικαίου. Η επιβολή a priori αποδοχής αποτελεί καταχρηστική ρήτρα, που καθιστά το πρόσωπο δέσμιο υποχρεώσεων που αγνοεί.


Η απουσία διαφάνειας, η έλλειψη δημοσιευμένων κανονισμών και η υποχρεωτική αποδοχή τους προκαλούν εύλογη ανησυχία. Οι ήδη προγραμματισμένες ενέργειες, όπως εξώδικες δηλώσεις, προσφυγές στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, κινούνται σε ένα απολύτως θεσμικά δικαιολογημένο πλαίσιο.


Ο σεβασμός στα δικαιώματα των διαιτητών και η διαφάνεια στις αθλητικές δομές δεν είναι διαπραγματεύσιμες έννοιες. Η ΟΔΚΕ και η ΕΟΚ οφείλουν άμεσα να αναρτήσουν και να κοινοποιήσουν τα θεσμικά τους κείμενα, να διασφαλίσουν την κατανόησή τους από τα μέλη και να ενσωματώσουν μηχανισμούς διαβούλευσης και ενστάσεων. Μόνο έτσι θα οικοδομηθεί ουσιαστική εμπιστοσύνη και θα διαφυλαχθεί η θεσμική νομιμότητα.