Η χθεσινή ανακοίνωση της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καλαθοσφαίρισης έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία στο ελληνικό μπάσκετ. Η απόφαση για την ενεργοποίηση του άρθρου 41ΣΤ, περίπτωση 5, εναντίον προπονητή της Stoiximan GBL, θεωρείται ιδιαίτερη σκληρή. Η επίκληση του νόμου για την αθλητική βία και η απειλή ποινικών κυρώσεων δείχνουν μια διοίκηση αποφασισμένη να συγκρουστεί. Ωστόσο, πίσω από τις βαρύγδουπες νομικές αναφορές και την αυστηρή ρητορική, ελλοχεύει ένα ουσιώδες, πρακτικό και βαθιά πολιτικό ερώτημα:
Ποιος, εν τέλει, θα βάλει την υπογραφή του κάτω από τη μήνυση;
Η ιστορία, ως γνωστόν, έχει την τάση να επαναλαμβάνεται, ενίοτε ως φάρσα. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΟΚ συζητούσε σε υψηλούς τόνους την ανάγκη προσφυγής στη δικαιοσύνη κατά της προηγούμενης διοίκησης της ΟΔΚΕ για παρατυπίες. Το θέμα είχε τεθεί επισήμως στην ημερήσια διάταξη, δημιουργώντας την εντύπωση μιας θεσμικής παρέμβασης. Το αποτέλεσμα; Η ΕΟΚ παρέμεινε, επί της ουσίας, παρατηρητής. Την «καυτή πατάτα» της νομικής αντιπαράθεσης κλήθηκε να διαχειριστεί ο Κώστας Μπούσιας και τα μέλη της διοίκησής του, οι οποίοι ανέλαβαν το βάρος να καταθέσουν τη μήνυση, λειτουργώντας ως ο «μακρύς βραχίονας».
Το ίδιο συνέβη και στην περίφημη πρόσφατη υπόθεση απαλλαγής του Δημήτρη Γιαννακόπουλου από τον Αθλητικό Δικαστή του ΕΣΑΚΕ. Η ανάρτηση σε social media είχε γίνει για τον Βαγγέλη Λιόλιο, εν τούτοις, κατά παράξενο τρόπο ο πρόεδρος της ΕΟΚ δεν υπέβαλε καταγγελία αλλά η ΚΑΕ Ολυμπιακός.
Σήμερα, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ανάλογο σταυροδρόμι. Η μήνις της Ομοσπονδίας εδράζεται σε περιστατικά που καταγράφηκαν από διαιτητή. Οι φερόμενες ύβεις και η στοχοποίηση αφορούν, μεν, τον πρόεδρο της ΕΟΚ, αλλά αν είναι αληθείς, πλήττουν πρωτίστως το κύρος της διαιτησίας και το πρόσωπο που συνέταξε την έκθεση.
